Earful
volume
British pronunciation/ˈi‍əfə‍l/
American pronunciation/ˈiɹˌfəɫ/

Ορισμός και Σημασία του "earful"

01

a severe scolding

02

an outpouring of gossip

word family

earful

earful

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store