Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sovereignty
Παραδείγματα
The nation asserted its sovereignty by establishing its own laws and governance structure independent of foreign influence.
Το έθνος διεκδίκησε την κυριαρχία του καθιερώνοντας τους δικούς του νόμους και δομή διακυβέρνησης ανεξάρτητη από ξένες επιρροές.
The treaty recognized the sovereignty of each participating state, affirming their right to make internal decisions without external intervention.
Η συνθήκη αναγνώρισε την κυριαρχία κάθε συμμετέχοντος κράτους, επιβεβαιώνοντας το δικαίωμά τους να λαμβάνουν εσωτερικές αποφάσεις χωρίς εξωτερική παρέμβαση.
02
κυριαρχία, κυρίαρχη εξουσία
the power or right of a state to control the affairs of another state
Παραδείγματα
Colonial powers often claimed sovereignty over foreign territories.
Οι αποικιακές δυνάμεις συχνά διεκδικούσαν την κυριαρχία σε ξένες επικράτειες.
The treaty recognized the sovereignty of one state over another.
Η συνθήκη αναγνώρισε την κυριαρχία ενός κράτους πάνω σε ένα άλλο.
03
κυριαρχία, ανώτατη εξουσία
the supreme power or authority held by a monarch over a territory or people
Παραδείγματα
The king exercised his sovereignty over the entire kingdom.
Ο βασιλιάς ασκούσε την κυριαρχία του σε όλο το βασίλειο.
Royal sovereignty was symbolized by the crown and scepter.
Η βασιλική κυριαρχία συμβολιζόταν από το στέμμα και το σκήπτρο.



























