Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fastidious
01
επιμελής, σχολαστικός
very attentive and paying close attention to small or specific aspects of a task or situation
Παραδείγματα
She is a fastidious editor, meticulously checking every sentence for errors.
Είναι μια σχολαστική επιμελήτρια, ελέγχοντας σχολατικά κάθε πρόταση για λάθη.
The architect was fastidious about the placement of every detail in the building design.
Ο αρχιτέκτονας ήταν σχολαστικός σχετικά με την τοποθέτηση κάθε λεπτομέρειας στο σχέδιο του κτιρίου.
02
απαιτητικός, μεθοδικός
(of organisms) growing only in special artificial cultures
Παραδείγματα
The fastidious bacteria can only grow in a laboratory setting with precise temperature and nutrient conditions.
Τα επιλεκτικά βακτήρια μπορούν να αναπτυχθούν μόνο σε εργαστηριακό περιβάλλον με ακριβείς συνθήκες θερμοκρασίας και θρεπτικών συστατικών.
These fastidious plants can only thrive in carefully controlled greenhouse environments.
Αυτά τα επιλεκτικά φυτά μπορούν να ευδοκιμήσουν μόνο σε προσεκτικά ελεγχόμενα θερμοκηπιακά περιβάλλοντα.
03
σχολαστικός, περίεργος
highly attentive and particular about keeping things clean, tidy, and in order
Παραδείγματα
She has a fastidious approach to laundry, carefully sorting clothes by color and fabric.
Έχει μια σχολαστική προσέγγιση στο πλύσιμο, ταξινομώντας προσεκτικά τα ρούχα ανά χρώμα και ύφασμα.
He is fastidious about hygiene, washing his hands frequently and keeping his surroundings spotless.
Είναι σχολαστικός με την υγιεινή, πλένει συχνά τα χέρια του και διατηρεί το περιβάλλον του άψογο.
Λεξικό Δέντρο
fastidiously
fastidiousness
unfastidious
fastidious



























