Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Fastidiousness
01
επιμέλεια, σχολαστικότητα
the quality of being extremely careful and particular about details, especially related to taste or style
Παραδείγματα
As an art collector, his fastidiousness helped him acquire some of the most sought-after pieces.
Ως συλλέκτης τέχνης, η λεπτομέρειά του τον βοήθησε να αποκτήσει μερικά από τα πιο πολυπόθητα κομμάτια.
Her fastidiousness in choosing every piece of furniture ensured her home looked straight out of a design magazine.
Η λεπτομέρειά της στην επιλογή κάθε έπιπλου εξασφάλιζε ότι το σπίτι της έμοιαζε να βγήκε κατευθείαν από ένα σχεδιαστικό περιοδικό.



























