Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
no more
Παραδείγματα
Please mention her name no more to me; I prefer not to discuss it.
Παρακαλώ μην αναφέρεις πια το όνομά της σε μένα· προτιμώ να μην το συζητήσω.
Following the incident, the topic was mentioned no more in the office.
Μετά το περιστατικό, το θέμα δεν αναφέρθηκε πια στο γραφείο.
Παραδείγματα
The rule applies no more since the policy changed last year.
Ο κανόνας δεν ισχύει πλέον από τότε που άλλαξε η πολιτική πέρυσι.
He dominates the sport no more since his leg broke.
Δεν κυριαρχεί πλέον στο σπορ από τότε που έσπασε το πόδι του.
2.1
όχι πια, ούτε
no longer in existence or having ceased to be
Παραδείγματα
The great king ruled for decades, but he rules no more.
Ο μεγάλος βασιλιάς βασίλευε για δεκαετίες, αλλά δεν βασιλεύει πια.
She sang beautifully in her youth, but she sings no more.
Τραγουδούσε όμορφα στη νεότητά της, αλλά τώρα όχι πια τραγουδά.
03
όχι άλλο, ούτε
no further in amount, quality, or degree
Παραδείγματα
I can no more lift that heavy box than I can lift a car.
Δεν μπορώ να σηκώσω αυτό το βαρύ κουτί όχι περισσότερο από ό,τι μπορώ να σηκώσω ένα αυτοκίνητο.
She is no more capable of lying than a newborn baby.
Είναι όχι περισσότερο ικανή να ψέματα από ένα νεογέννητο μωρό.
Παραδείγματα
She did n’t to apologize, and no more did I.
Δεν ήθελε να ζητήσει συγγνώμη, και όχι περισσότερο ούτε εγώ.
He wo n’t agree to the plan. No more will his colleagues.
Δεν θα συμφωνήσει με το σχέδιο. Ούτε οι συνάδελφοί του.
No more
01
τίποτα περισσότερο, όχι άλλο
something that is only what it appears to be, without further meaning, importance, or substance
Παραδείγματα
His apology was an empty gesture and no more.
Η συγγνώμη του ήταν μια κενή χειρονομία και τίποτα περισσότερο.
The so-called scandal was a misunderstanding and no more.
Το λεγόμενο σκάνδαλο ήταν μια παρεξήγηση και τίποτα περισσότερο.
02
όχι άλλο, τίποτα άλλο
a quantity or amount that is no longer available or wanted
Παραδείγματα
The bakery had sold out of croissants, so there were no more left.
Το φούρνο είχε πουλήσει όλα τα κρουασάν, οπότε δεν είχε άλλα.
He drank the last of the milk and found that there was no more in the fridge.
Ήπιε το τελευταίο από το γάλα και διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε άλλο στο ψυγείο.
no more
01
όχι άλλο, τελείωσε
having run out or come to an end
Παραδείγματα
There is no more room in the parking lot; all spaces are taken.
Δεν υπάρχει άλλο χώρο στο πάρκινγκ· όλες οι θέσεις είναι κατειλημμένες.
The store has no more apples in stock; they ’re sold out.
Το κατάστημα δεν έχει πια μήλα στο απόθεμα· έχουν εξαντληθεί.
Παραδείγματα
The old man was once a vibrant figure, but now he is no more.
Ο γέρος ήταν κάποτε ζωντανό πρόσωπο, αλλά τώρα δεν υπάρχει πια.
The great explorer is no more, but his legacy endures.
Ο μεγάλος εξερευνητής δεν είναι πλέον, αλλά η κληρονομιά του παραμένει.
no more
01
Αρκετά!, Όχι άλλο!
used to indicate a request or command for something to stop, cease, or not continue
Παραδείγματα
Please, no more! I ca n’t handle it any longer!
Παρακαλώ, όχι άλλο ! Δεν αντέχω άλλο!
He shouted, " No more! I ’ve had enough of this nonsense! "
Φώναξε, "Όχι άλλο! Έχω βαρεθεί αυτές τις ανοησίες!"



























