Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
duly
01
κατάλληλα, έγκαιρα
in a proper or expected manner
Παραδείγματα
She duly acknowledged the award with gratitude.
Αναγνώρισε κατάλληλα το βραβείο με ευγνωμοσύνη.
The documents were duly signed by the authorized personnel.
Τα έγγραφα κατάλληλα υπογράφηκαν από το εξουσιοδοτημένο προσωπικό.
Λεξικό Δέντρο
unduly
duly



























