Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
arduous
01
επίπονος, κουραστικός
requiring so much effort, mostly physical, that will cause exhaustion
Παραδείγματα
The climb up the mountain was an arduous task for the hikers.
Η ανάβαση στο βουνό ήταν μια επίπονη εργασία για τους πεζοπόρους.
Preparing for the marathon proved to be an arduous training routine.
Η προετοιμασία για το μαραθώνιο αποδείχθηκε μια επίπονη ρουτίνα προπόνησης.
02
επίπονος, κουραστικός
requiring a lot of mental effort and hard work
Παραδείγματα
Writing a novel can be an arduous process, requiring long hours of focused concentration and creativity.
Η συγγραφή ενός μυθιστορήματος μπορεί να είναι μια επίπονη διαδικασία, που απαιτεί πολλές ώρες συγκέντρωσης και δημιουργικότητας.
Building a successful business from the ground up is an arduous endeavor that involves overcoming numerous obstacles and setbacks.
Η δημιουργία μιας επιτυχημένης επιχείρησης από το μηδέν είναι μια επίπονη προσπάθεια που περιλαμβάνει την ξεπέραση πολλών εμποδίων και αναποδιών.
Λεξικό Δέντρο
arduously
arduousness
arduous



























