Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
gentle
Παραδείγματα
He has a gentle nature, always treating others with kindness and understanding.
Έχει μια ήπια φύση, πάντα συμπεριφέρεται στους άλλους με καλοσύνη και κατανόηση.
The gentle caregiver provides loving support and comfort to those in need.
Ο ήπιος φροντιστής παρέχει αγάπη και άνεση σε όσους τη χρειάζονται.
Παραδείγματα
The gentle breeze made the summer evening feel cool and pleasant.
Ο απαλός αέρας έκανε το καλοκαιρινό βράδυ δροσερό και ευχάριστο.
She has a gentle touch that soothes the baby to sleep.
Έχει ένα απαλό άγγιγμα που ηρεμεί το μωρό και το κοιμίζει.
Παραδείγματα
The gentle voice of the narrator made the bedtime story soothing for the child.
Η απαλή φωνή του αφηγητή έκανε την ιστορία πριν τον ύπνο χαλαρωτική για το παιδί.
Her gentle voice helped calm the nervous children.
Η απαλή φωνή της βοήθησε να ηρεμήσουν τα νευρικά παιδιά.
04
ευγενής, αριστοκρατικός
belonging to or characteristic of the nobility or aristocracy
Παραδείγματα
The road climbed at a gentle incline, making it accessible for all vehicles.
Ο δρόμος ανέβαινε με μια ήπια κλίση, κάνοντάς τον προσβάσιμο για όλα τα οχήματα.
The trail wound through the forest with a gentle slope that was perfect for beginners.
Το μονοπάτι έτρεχε μέσα από το δάσος με μια ήπια κλίση που ήταν ιδανική για αρχάριους.
06
απαλός, ελαφρός
having little impact
07
ήπιος, εύκολος στη διαχείριση
easily handled or managed
08
απαλός, ελαφρύς
(of a flavor or aroma) not overpowering, harsh, or intense
Παραδείγματα
The tea had a gentle floral scent, like fresh jasmine.
Το τσάι είχε μια απαλή ανθισμένη μυρωδιά, σαν φρέσκο γιασεμί.
She preferred gentle spices like cinnamon over hot chili peppers.
Προτιμούσε ήπιες μπαχαρικές ουσίες, όπως η κανέλα, από τα καυτερά πιπεριές τσίλι.
to gentle
01
κατευνάζω, κερδίζω την καλή θέληση
cause to be more favorably inclined; gain the good will of
02
χαϊδεύω απαλά, αγγίζω ελαφρά
stroke soothingly
03
ευγενεύω, καθιστώ ευγενή
give a title to someone; make someone a member of the nobility
Λεξικό Δέντρο
gentleness
ungentle
gentle



























