Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
softly
Παραδείγματα
I softly spoke words of comfort to calm her fears.
Μίλησα απαλά λόγια παρηγοριάς για να ηρεμήσω τους φόβους της.
He apologized softly for the misunderstanding, not wanting to cause any distress.
Ζήτησε συγγνώμη απαλά για την παρεξήγηση, χωρίς να θέλει να προκαλέσει κανένα δυσφορία.
Παραδείγματα
She whispered softly, not wanting to disturb anyone.
Ψιθύρισε απαλά, χωρίς να θέλει να ενοχλήσει κανέναν.
The rain tapped softly against the window, creating a calm ambiance.
Η βροχή χτυπούσε απαλά στο παράθυρο, δημιουργώντας μια ήρεμη ατμόσφαιρα.
2.1
απαλά, πιάνο
(music) with a smooth, subdued, and gentle sound
Παραδείγματα
The pianist ended the piece softly and slowly.
Ο πιανίστας τερμάτισε το κομμάτι απαλά και αργά.
The violin softly joined the melody after the flute.
Το βιολί ενώθηκε απαλά με τη μελωδία μετά το φλάουτο.
03
απαλά, ήπια
in a muted or gentle way, especially of light or color
Παραδείγματα
The lamp lit the room softly in the evening.
Η λάμπα φώτισε το δωμάτιο απαλά το βράδυ.
Her dress shimmered softly under the moonlight.
Το φόρεμά της λάμπε απαλά κάτω από το φεγγαρόφωτο.
Λεξικό Δέντρο
softly
soft



























