Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
immoral
01
ανήθικος, αντίθετος με την ηθική
acting in a way that goes against accepted moral standards or principles
Παραδείγματα
Stealing from others is considered immoral in every society.
Η κλοπή από άλλους θεωρείται ανήθικη σε κάθε κοινωνία.
Cheating on exams is an immoral act that undermines the value of education.
Η εξαπάτηση στις εξετάσεις είναι μια ανήθικη πράξη που υπονομεύει την αξία της εκπαίδευσης.
Λεξικό Δέντρο
immoral
moral



























