cranky
cran
ˈkræn
κραιν
ky
ki
κι
British pronunciation
/kɹˈæŋki/

Ορισμός και σημασία του "cranky"στα αγγλικά

01

γκρινιάρης, ευερέθιστος

feeling easily irritated or bad-tempered
cranky definition and meaning
example
Παραδείγματα
The cranky customer complained about the delay in service.
Ο γκρινιάρης πελάτης παραπονέθηκε για την καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση.
After a long day at work, he felt too cranky to enjoy a quiet evening.
Μετά από μια μακρά μέρα στη δουλειά, ένιωθε πολύ ευερέθιστος για να απολαύσει μια ήσυχη βραδιά.
02

εκκεντρικός, παράξενος

unusual in behavior or appearance
Dialectbritish flagBritish
cranky definition and meaning
example
Παραδείγματα
Eco-friendly fashion is no longer seen as cranky; it's becoming mainstream as consumers prioritize sustainability.
Η οικολογική μόδα δεν θεωρείται πλέον ιδιόμορφη· γίνεται mainstream καθώς οι καταναλωτές προτεραιοποιούν τη βιωσιμότητα.
Her cranky sense of humor, filled with witty remarks and offbeat observations, always kept her friends entertained.
Η ιδιόμορφη αίσθηση του χιούμορ της, γεμάτη με πνευματώδη σχόλια και ασυνήθιστες παρατηρήσεις, διασκέδαζε πάντα τους φίλους της.
03

ασταθής, ιδιότροπος

(used of boats) inclined to heel over easily under sail
04

ιδιότροπος, ελαττωματικός

not functioning properly or in poor condition
example
Παραδείγματα
The cranky printer refused to print the last page.
Ο γκρινιάρης εκτυπωτής αρνήθηκε να εκτυπώσει την τελευταία σελίδα.
The old car 's engine is so cranky, it stalls every few miles.
Ο κινητήρας του παλιού αυτοκινήτου είναι τόσο ιδιότροπος που σταματάει κάθε λίγα μίλια.

Λεξικό Δέντρο

crankiness
cranky
crank
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store