Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
stirring
Παραδείγματα
His stirring performance in the play left the audience deeply moved.
Η συγκινητική του ερμηνεία στο έργο άφησε το κοινό βαθιά συγκινημένο.
Her stirring artwork conveyed powerful messages about social justice and equality.
Το συγκινητικό έργο τέχνης της μετέφερε ισχυρά μηνύματα για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα.
Stirring
01
ανακάτεμα, αναδεύω
the act of mixing a liquid or substance using a spoon or another tool
Παραδείγματα
A gentle stirring kept the soup from sticking to the pot.
Μια απαλή ανακίνηση εμπόδιζε την σούπα να κολλήσει στην κατσαρόλα.
He gave the paint a quick stirring before applying it.
Έδωσε στο χρώμα μια γρήγορη ανακίνηση πριν το εφαρμόσει.
Παραδείγματα
The speech caused a stirring of hope among the crowd.
Η ομιλία προκάλεσε ένα κύμα ελπίδας στο πλήθος.
I felt a stirring of excitement as the music began.
Ένιωσα ένα κύμα ενθουσιασμού όταν άρχισε η μουσική.
Λεξικό Δέντρο
stirringly
stirring
stir



























