Engrossing
volume
British pronunciation/ɛnɡɹˈə‍ʊsɪŋ/
American pronunciation/ɪnˈɡɹoʊsɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "engrossing"

engrossing
01

capable of arousing and holding the attention

engrossing definition and meaning
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store