ded
ded
dəd
νταντ
British pronunciation
/ʌnnˈiːdɪd/

Ορισμός και σημασία του "unneeded"στα αγγλικά

01

αχρείαστος, περιττός

not required or useful
example
Παραδείγματα
The project team decided to discard the unneeded paperwork to streamline their workflow.
Η ομάδα του έργου αποφάσισε να απορρίψει τα αχρείαστα έγγραφα για να απλοποιήσει τη ροή εργασίας.
She removed the unneeded features from the software to simplify its use.
Αφαίρεσε τις μη απαραίτητες λειτουργίες από το λογισμικό για να απλοποιήσει τη χρήση του.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store