Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
muffled
Παραδείγματα
The distant thunder had a muffled quality, indicating the storm was still far away.
Ο μακρινός κεραυνός είχε μια πνιγμένη ποιότητα, υποδεικνύοντας ότι η καταιγίδα ήταν ακόμα μακριά.
The musician played a muffled melody on the piano, creating a subdued atmosphere.
Ο μουσικός έπαιξε μια πνιγμένη μελωδία στο πιάνο, δημιουργώντας μια μετρημένη ατμόσφαιρα.
02
πνιγμένος, τυλιγμένος
wrapped, covered, or concealed, often for protection, warmth, or secrecy
Παραδείγματα
The child lay in a muffled blanket to keep warm.
Το παιδί κείτονταν σε μια πνιγμένη κουβέρτα για να παραμείνει ζεστό.
He carried the muffled documents carefully in his bag.
Μετέφερε τα πνιγμένα έγγραφα προσεκτικά στην τσάντα του.
Λεξικό Δέντρο
muffled
muffle



























