Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
leading
Παραδείγματα
The company's leading product dominates the market, setting the standard for quality and innovation.
Το κύριο προϊόν της εταιρείας κυριαρχεί στην αγορά, θέτοντας τα πρότυπα για ποιότητα και καινοτομία.
She is a leading expert in the field of neuroscience, with numerous groundbreaking discoveries.
Είναι μια κορυφαία ειδικός στον τομέα της νευροεπιστήμης, με πολλές πρωτοποριακές ανακαλύψεις.
1.1
πρωτοπόρος, κύριος
holding the highest position or score in a competition
Παραδείγματα
The leading team in the league secured their spot in the playoffs.
Η κυρίαρχη ομάδα του πρωταθλήματος εξασφάλισε τη θέση της στα πλέι-οφ.
She maintained her leading position in the race despite the challenging course.
Διατήρησε την πρωτεύουσα θέση της στο αγώνα παρά την απαιτητική διαδρομή.
1.2
κύριος, ηγετικός
indicating the primary or most important performer or role in a performance or production
Παραδείγματα
She was cast as the leading actress in the upcoming blockbuster.
Επιλέχθηκε ως κύρια ηθοποιός στο επερχόμενο blockbuster.
The leading role in the play requires a performer with exceptional talent.
Ο κύριος ρόλος στην παράσταση απαιτεί έναν ερμηνευτή με εξαιρετικό ταλέντο.
02
ηγετικός, προηγούμενος
proceeding ahead and guiding others
Παραδείγματα
The leading scout moved ahead to find a safe path for the group.
Ο ηγούμενος ανιχνευτής κινήθηκε μπροστά για να βρει ένα ασφαλές μονοπάτι για την ομάδα.
The leading car set the pace for the rest of the convoy.
Το προπορευόμενο αυτοκίνητο έθεσε τον ρυθμό για την υπόλοιπη πορεία.
Leading
Παραδείγματα
His leading of the team through the project milestones was exemplary.
Η ηγεσία του στην ομάδα μέσα από τα ορόσημα του έργου ήταν παραδειγματική.
The leading of the expedition required careful planning and navigation.
Η ηγεσία της αποστολής απαιτούσε προσεκτικό σχεδιασμό και πλοήγηση.
02
απόσταση γραμμών, leading
the vertical space between lines of text, measured from baseline to baseline
Παραδείγματα
The designer adjusted the leading to make the text easier to read.
Ο σχεδιαστής προσάρμοσε το διάστημα γραμμών για να κάνει το κείμενο πιο ευανάγνωστο.
Larger leading is often used in books to improve readability.
Μεγαλύτερο κενό γραμμής χρησιμοποιείται συχνά σε βιβλία για τη βελτίωση της αναγνωσιμότητας.
Λεξικό Δέντρο
misleading
leading
lead



























