LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Insouciance
/ɪnsˈaʊʃiəns/
/ˌɪnˈsusiəns/, /ˌɪnˈsusjəns/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "insouciance"
Insouciance
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
αμεριμνησία
a way of behaving that is relaxed, as if one has no problems or concerns
carefreeness
lightheartedness
lightsomeness
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App