Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
forlorn
01
απελπισμένος, εγκαταλελειμμένος
feeling abandoned or hopeless
Παραδείγματα
The abandoned puppy looked forlorn, waiting by the roadside for its owner to return.
Το εγκαταλειμμένο κουτάβι φαινόταν απελπισμένο, περιμένοντας στην άκρη του δρόμου να επιστρέψει ο ιδιοκτήτης του.
She felt forlorn after her friends canceled their plans at the last minute.
Παραδείγματα
His forlorn attempt to fix the old car ended in failure.
Η απελπισμένη προσπάθειά του να επισκευάσει το παλιό αυτοκίνητο κατέληξε σε αποτυχία.
The team 's forlorn efforts to win the championship were dashed in the final game.
Οι μάταιες προσπάθειες της ομάδας να κερδίσει το πρωτάθλημα διαλύθηκαν στο τελικό παιχνίδι.
Παραδείγματα
The forlorn town square was silent and empty.
Η εγκαταλελειμμένη πλατεία της πόλης ήταν σιωπηλή και άδεια.
The forlorn cabin had fallen into disrepair.
Το εγκαταλειμμένο καλύβι είχε εγκαταλειφθεί.
Λεξικό Δέντρο
forlornly
forlornness
forlorn



























