Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
faraway
Παραδείγματα
He dreamed of traveling to faraway lands filled with adventure.
Ονειρευόταν να ταξιδεύει σε μακρινά μέρη γεμάτα περιπέτεια.
The ship disappeared over the horizon, bound for a faraway port.
Το πλοίο εξαφανίστηκε πέρα από τον ορίζοντα, κατευθυνόμενο προς ένα μακρινό λιμάνι.
02
μακρινός, αφηρημένος
having a distracted or distant focus, as if lost in thought or unaware of one’s surroundings
Παραδείγματα
She had a faraway look, her mind clearly elsewhere.
Είχε ένα μακρινό βλέμμα, το μυαλό της ήταν ξεκάθαρα αλλού.
His faraway expression suggested he was n’t listening to the conversation.
Η μακρινή έκφρασή του υποδήλωνε ότι δεν άκουγε τη συζήτηση.
Παραδείγματα
The traditions originate from a faraway past.
Οι παραδόσεις προέρχονται από ένα μακρινό παρελθόν.
Legends of faraway times continue to inspire storytellers.
Οι θρύλοι των μακρινών καιρών συνεχίζουν να εμπνέουν τους αφηγητές.
Λεξικό Δέντρο
farawayness
faraway
far
away



























