explicable
exp
ˈɛksp
εκσπ
li
λι
ca
κα
ble
bəl
μπαλ
British pronunciation
/ɛksplˈɪkəbə‍l/

Ορισμός και σημασία του "explicable"στα αγγλικά

explicable
01

εξηγήσιμος, κατανοητός

able to be explained
example
Παραδείγματα
The sudden change in temperature was not explicable until further analysis revealed the underlying cause.
Η απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας δεν ήταν εξηγήσιμη μέχρι που η περαιτέρω ανάλυση αποκάλυψε την υποκείμενη αιτία.
The phenomenon was not immediately explicable, prompting scientists to conduct further experiments.
Το φαινόμενο δεν ήταν αμέσως εξηγήσιμο, προκαλώντας τους επιστήμονες να πραγματοποιήσουν περαιτέρω πειράματα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store