debasing
de
ντι
ba
ˈbeɪ
μπει
sing
sɪng
σινγκ
British pronunciation
/dɪbˈe‍ɪsɪŋ/

Ορισμός και σημασία του "debasing"στα αγγλικά

01

εξευτελιστικός, υποτιμητικός

causing a decrease in value, dignity, or quality
example
Παραδείγματα
The debasing comments from the coach hurt the player's confidence.
Τα υποτιμητικά σχόλια του προπονητή έβλαψαν την αυτοπεποίθηση του παίκτη.
The debasing effects of the scandal were felt by everyone in the community.
Τα ταπεινωτικά αποτελέσματα του σκανδάλου έγιναν αισθητά από όλους στην κοινότητα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store