Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
unreal
01
ανύπαρκτος, φανταστικός
not conforming to reality or genuine standards
Παραδείγματα
The promises made by the politician seemed unreal, as they contradicted well-established facts.
Οι υποσχέσεις που έδωσε ο πολιτικός φαίνονταν μη ρεαλιστικές, καθώς αντιτίθονταν σε καλά τεκμηριωμένα γεγονότα.
The idea of flying cars seems unreal for now.
Η ιδέα των ιπτάμενων αυτοκινήτων φαίνεται απίθανη προς το παρόν.
02
απραγματοποίητος, φανταστικός
imaginary or not existing in reality
Παραδείγματα
The unreal creatures in the fantasy novel captivated readers.
Τα μη πραγματικά πλάσματα στο μυθιστόρημα φαντασίας γοήτευσαν τους αναγνώστες.
His unreal dreams of becoming a superhero were exciting but far-fetched.
Τα μη πραγματικά όνειρά του να γίνει υπερήρωας ήταν συναρπαστικά αλλά απίθανα.
03
απίστευτο, φανταστικό
so extraordinary that it seems almost unbelievable
Παραδείγματα
The concert was unreal — I've never seen such an energetic performance.
Η συναυλία ήταν απίστευτη—δεν έχω δει ποτέ τόσο ενεργητική παράσταση.
Her skills on the piano were unreal for someone so young.
Οι ικανότητές της στο πιάνο ήταν απίθανες για κάποιον τόσο νέο.
Λεξικό Δέντρο
unreal
real



























