Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fanciful
01
φανταστικός, εικαστικός
coming from the imagination rather than facts
Παραδείγματα
The fanciful tales of dragons and wizards delighted the children gathered around the storyteller.
Οι φανταστικές ιστορίες για δράκους και μάγους ευχαρίστησαν τα παιδιά που είχαν συγκεντρωθεί γύρω από τον αφηγητή.
The artist 's paintings were filled with fanciful creatures and surreal landscapes, showcasing her vivid imagination.
Οι πίνακες της καλλιτέχνιδος ήταν γεμάτοι φανταστικά πλάσματα και σουρεαλιστικά τοπία, που δείχνουν τη ζωντανή φαντασία της.
Παραδείγματα
The ballroom was adorned with fanciful chandeliers and luxurious drapes.
Η αίθουσα χορού ήταν διακοσμημένη με φανταχτερά πολυέλαια και πολυτελή κουρτίνες.
The cake was decorated with fanciful icing designs and edible flowers.
Το κέικ ήταν διακοσμημένο με φανταχτερά σχέδια γλάσου και βρώσιμα λουλούδια.
Λεξικό Δέντρο
fancifully
fanciful
fancy



























