impractical
im
ˌɪm
ιμ
prac
ˈpræk
πραικ
ti
τι
cal
kəl
καλ
British pronunciation
/ɪmpɹˈæktɪkə‍l/

Ορισμός και σημασία του "impractical"στα αγγλικά

impractical
01

αντιπρακτικός, μη εφικτός

not practical or feasible
example
Παραδείγματα
Building a house on that cliff is an impractical idea.
Το να χτίσεις ένα σπίτι σε εκείνο το βράχο είναι μια μη πρακτική ιδέα.
Wearing high heels in the snow is quite impractical.
Το να φοράς ψηλοτάκουνες στο χιόνι είναι αρκετά αντικειμενικά.
02

αντιπρακτικός, απραγματοποίητος

impossible to do or achieve
example
Παραδείγματα
Building a skyscraper on that narrow plot of land is impractical.
Η κατασκευή ενός ουρανοξύστη σε εκείνο το στενό οικόπεδο είναι ανέφικτη.
It ’s impractical to expect her to finish the project in one day.
Είναι αντιπαραγωγικό να αναμένουμε ότι θα ολοκληρώσει το έργο σε μια μέρα.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store