Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
troubled
Παραδείγματα
She appeared troubled by the news of her friend's illness.
Φαινόταν ανήσυχη από την είδηση της ασθένειας της φίλης της.
He felt troubled about the upcoming job interview.
Παραδείγματα
The troubled company filed for bankruptcy after months of financial losses.
Η προβληματική εταιρεία υπέβαλε αίτηση πτώχευσης μετά από μήνες οικονομικών ζημιών.
He came from a troubled family with a long history of conflict.
Προήλθε από μια προβληματική οικογένεια με μακρά ιστορία συγκρούσεων.
Λεξικό Δέντρο
untroubled
troubled
trouble



























