quality
qua
ˈkwɑ
κουα
li
λα
ty
ti
τι
British pronunciation
/ˈkwɒləti/

Ορισμός και σημασία του "quality"στα αγγλικά

01

ποιότητα

the grade, level, or standard of something's excellence measured against other things
Wiki
quality definition and meaning
example
Παραδείγματα
The quality of the product exceeded their expectations, making it a top choice among consumers.
Η ποιότητα του προϊόντος ξεπέρασε τις προσδοκίες τους, καθιστώντας το μια κορυφαία επιλογή μεταξύ των καταναλωτών.
She appreciated the craftsmanship and attention to detail that reflected in the quality of the handmade pottery.
Εκτίμησε την τεχνική και την προσοχή στη λεπτομέρεια που αντανακλούνταν στην ποιότητα της χειροποίητης κεραμικής.
02

ποιότητα, γνώρισμα

an essential and distinguishing attribute of something or someone
example
Παραδείγματα
Generosity is a defining quality of his character.
Η γενναιοδωρία είναι ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό του χαρακτήρα του.
Their company 's commitment to customer satisfaction is a key quality.
Η δέσμευση της εταιρείας τους για την ικανοποίηση των πελατών είναι μια βασική ποιότητα.
03

ποιότητα

an inherent characteristic that distinguishes the unique nature or features of something
04

χροιά, ποιότητα ήχου

(music) the distinctive property of a complex sound (a voice or noise or musical sound)
05

ποιότητα, ευγένεια

high social status
01

ποιοτικός, υψηλής ποιότητας

having a high standard or degree of excellence
example
Παραδείγματα
The quality materials used in the construction ensured the house would last for generations.
Τα ποιοτικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή εξασφάλισαν ότι το σπίτι θα διαρκέσει για γενιές.
She was known for her quality work, always delivering projects on time and to perfection.
Ήταν γνωστή για την ποιοτική της εργασία, παραδίδοντας πάντα τα έργα εγκαίρως και στην τελειότητα.
02

ποιότητας, υψηλής κοινωνικής θέσης

of high social status
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store