proximate
prox
ˈprɑk
πρακ
i
σα
mate
mət
ματ
British pronunciation
/pɹˈɒksɪmˌe‍ɪt/

Ορισμός και σημασία του "proximate"στα αγγλικά

01

κοντινός, άμεσος

directly related or closely linked in cause or effect
example
Παραδείγματα
The proximate cause of the fire was a faulty electrical wire.
Η άμεση αιτία της πυρκαγιάς ήταν ένα ελαττωματικό ηλεκτρικό καλώδιο.
The proximate effect of the new policy was an immediate increase in applications.
Το άμεσο αποτέλεσμα της νέας πολιτικής ήταν μια άμεση αύξηση στις αιτήσεις.
02

κοντινός, άμεσος

very close in time, occurring just before or after another event
example
Παραδείγματα
The proximate events of the day led to a very busy evening.
Τα κοντινά γεγονότα της ημέρας οδήγησαν σε μια πολύ απασχολημένη βραδιά.
His proximate deadlines made the week especially stressful.
Οι προσεχείς προθεσμίες του έκαναν την εβδομάδα ιδιαίτερα αγχωτική.
03

κοντινός, γειτονικός

located very near in space
example
Παραδείγματα
The restaurant ’s proximate location to the office made it a popular lunch spot.
Η κοντινή θέση του εστιατορίου στο γραφείο το έκανε δημοφιλές μέρος για μεσημεριανό.
The hotel is in a proximate area to the airport, making travel convenient.
Το ξενοδοχείο βρίσκεται σε μια κοντινή περιοχή με το αεροδρόμιο, κάνοντας τα ταξίδια βολικά.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store