poignant
poignant
pɔɪnnt
ποϊνντ
British pronunciation
/pˈɔ‍ɪnjənt/

Ορισμός και σημασία του "poignant"στα αγγλικά

01

συγκινητικός, επαφής

causing strong emotions, especially sadness or empathy
example
Παραδείγματα
The poignant story of the elderly couple's enduring love brought tears to everyone's eyes.
Η συγκινητική ιστορία της διαρκούς αγάπης του ηλικιωμένου ζευγαριού έφερε δάκρυα στα μάτια όλων.
The poignant melody of the song stirred up memories of her childhood.
Η συγκινητική μελωδία του τραγουδιού ξύπνησε αναμνήσεις από την παιδική της ηλικία.
02

δηκτικός, αψύς

causing a sharp, penetrating impression on the senses, especially smell or taste
example
Παραδείγματα
The poignant aroma of aged cheese filled the room.
Η δριμύτητα της ωριμασμένης τυροπήτας γέμισε το δωμάτιο.
A poignant tang of vinegar lingered in the air.
Μια δριμεία γεύση ξιδιού παρέμενε στον αέρα.
03

συγκινητικός, επαφής

clearly expressed and strongly relevant
example
Παραδείγματα
Her poignant reply ended the debate with graceful finality.
Η συγκινητική της απάντηση τερμάτισε τη συζήτηση με κομψή οριστικότητα.
He always had a poignant remark ready for any situation.
Είχε πάντα μια συγκινητική παρατήρηση έτοιμη για κάθε κατάσταση.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store