Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Perpetrator
Παραδείγματα
Witnesses saw the perpetrator fleeing the scene of the assault with a weapon in hand.
Οι μάρτυρες είδαν τον δράστη να φεύγει από τη σκηνή της επίθεσης με όπλο στο χέρι.
Investigators worked to compile evidence linking the suspect to the crime and proving they were the perpetrator.
Οι ερευνητές εργάστηκαν για να συγκεντρώσουν αποδεικτικά στοιχεία που συνδέουν τον ύποπτο με το έγκλημα και να αποδείξουν ότι ήταν ο δράστης.
Λεξικό Δέντρο
perpetrator
perpetrate
perpetr



























