Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
frostily
01
ψυχρά, με ψυχρότητα
in a cold, unfriendly, or emotionally distant manner
Παραδείγματα
She frostily declined his invitation.
Απέρριψε ψυχρά την πρόσκλησή του.
He greeted us frostily, barely making eye contact.
Μας χαιρέτησε ψυχρά, μόλις κάνωντας οπτική επαφή.
Λεξικό Δέντρο
frostily
frosty
frost



























