Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to exposit
Παραδείγματα
The scholar exposit the theory with careful references to historical texts.
Ο λόγιος εξηγεί τη θεωρία με προσεκτικές αναφορές σε ιστορικά κείμενα.
The author used the first chapter to exposit the novel ’s main themes.
Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε το πρώτο κεφάλαιο για να εξηγήσει τα κύρια θέματα του μυθιστορήματος.
02
εξηγώ, λεπτομερίζω
add details, as to an account or idea; clarify the meaning of and discourse in a learned way, usually in writing
Λεξικό Δέντρο
expositive
exposit



























