Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
expository
01
επεξηγηματικός, αναλυτικός
intended to explain and present information in a detailed manner
Παραδείγματα
The textbook is written in an expository style.
Το σχολικό βιβλίο είναι γραμμένο σε επεξηγηματικό ύφος.
Her lecture was expository, laying out the theory step by step.
Η διάλεξή της ήταν επεξηγηματική, παρουσιάζοντας τη θεωρία βήμα βήμα.
Λεξικό Δέντρο
expository
expose



























