Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to ensue
Παραδείγματα
A heated argument ensued after the controversial decision was announced.
Μια έντονη συζήτηση ακολούθησε μετά την ανακοίνωση της αμφιλεγόμενης απόφασης.
The chaos that ensued from the power outage disrupted the entire event.
Το χάος που ακολούθησε την πτώση της τροφοδοσίας διέκοψε ολόκληρη την εκδήλωση.



























