cataclysmic
ca
ˌkæ
και
tac
ˈtək
τακ
lys
lɪz
λιζ
mic
mɪk
μικ
British pronunciation
/kˌætɐklˈɪsmɪk/

Ορισμός και σημασία του "cataclysmic"στα αγγλικά

cataclysmic
01

κατακλυσμικός, καταστροφικός

causing widespread destruction
example
Παραδείγματα
The cataclysmic earthquake left entire cities in ruins.
Ο κατακλυσμικός σεισμός άφησε ολόκληρες πόλεις σε ερείπια.
The stock market crash had cataclysmic effects on the global economy.
Η κατάρρευση του χρηματιστηρίου είχε κατακλυσμικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store