Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
calamitous
01
καταστροφικός, ολέθριος
resulting in great harm or disaster
Παραδείγματα
Their calamitous decision to ignore the warnings led to severe consequences.
Η καταστροφική απόφασή τους να αγνοήσουν τις προειδοποιήσεις οδήγησε σε σοβαρές συνέπειες.
The calamitous fire destroyed several homes and displaced many families.
Η καταστροφική πυρκαγιά κατέστρεψε αρκετά σπίτια και εκτόπισε πολλές οικογένειες.



























