LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Discretely
/dɪskɹˈiːtli/
/dɪskɹˈiːtli/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "discretely"
discretely
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
διακριτικά
in a manner that is separate or individually identifiable
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App