harrumph
ha
ˈhæ
χαι
rrumph
rʌmf
ραμφ
British pronunciation
/hˈæɹʌmf/

Ορισμός και σημασία του "harrumph"στα αγγλικά

to harrumph
01

γρυλίζω, βήχω επιφυλακτικά

‌to express disapproval of something by making a noise in the throat
Transitive
example
Παραδείγματα
The professor harrumphed loudly when the student suggested a controversial theory during the lecture.
Ο καθηγητής έβηξε δυνατά όταν ο φοιτητής πρότεινε μια αμφιλεγόμενη θεωρία κατά τη διάρκεια της διάλεξης.
He harrumphed in disbelief when he heard the outlandish excuse for being late to the meeting.
Γρύλισε με δυσπιστία όταν άκουσε την εξωτική δικαιολογία για την αργοπορία στη συνάντηση.
01

ένα μουρμουρητό, ένας ήχος καθαρισμού του λαιμού

a throat-clearing sound made to express disapproval, annoyance, or dissatisfaction
example
Παραδείγματα
He let out a harrumph when asked to wait.
Έβγαλε ένα χαρουμφ όταν του ζητήθηκε να περιμένει.
The teacher 's harrumph signaled her irritation.
Το μουρμούρισμα της δασκάλας σήμανε την ενόχλησή της.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store