well-informed
Pronunciation
/wˈɛlɪnfˈɔːɹmd/
British pronunciation
/wˈɛlɪnfˈɔːmd/
well informed

Ορισμός και σημασία του "well-informed"στα αγγλικά

well-informed
01

καλά ενημερωμένος, ενημερωμένος

having thorough and accurate knowledge
example
Παραδείγματα
She is well-informed about the latest developments in the tech industry.
Είναι καλά ενημερωμένη για τις τελευταίες εξελίξεις στη βιομηχανία της τεχνολογίας.
The well-informed journalist provided an in-depth analysis of the event.
Ο καλά ενημερωμένος δημοσιογράφος παρείχε μια σε βάθος ανάλυση της εκδήλωσης.
02

καλά ενημερωμένος, σωστά ενημερωμένος

based on accurate and comprehensive knowledge
example
Παραδείγματα
She made a well-informed decision after considering all the available data.
Πήρε μια καλά τεκμηριωμένη απόφαση αφού εξέτασε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα.
His well-informed opinion on climate change influenced the panel's recommendations.
Η καλά τεκμηριωμένη γνώμη του για την κλιματική αλλαγή επηρέασε τις συστάσεις της επιτροπής.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store