Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
vexatious
01
ενοχλητικός, περιέργος
causing annoyance or distress
Παραδείγματα
The vexatious customer continued to make unreasonable demands, causing a headache for the customer service representative.
Ο ενοχλητικός πελάτης συνέχισε να κάνει παράλογες απαιτήσεις, προκαλώντας πονοκέφαλο στον εκπρόσωπο εξυπηρέτησης πελατών.
Ongoing technical issues and glitches created a vexatious experience for users trying to complete basic tasks on the problematic website.
Τα συνεχόμενα τεχνικά προβλήματα και οι δυσλειτουργίες δημιούργησαν μια ενοχλητική εμπειρία για τους χρήστες που προσπαθούσαν να ολοκληρώσουν βασικές εργασίες στον προβληματικό ιστότοπο.
Λεξικό Δέντρο
vexatiously
vexatious
vex



























