Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
taxing
01
επιπονώς, κοπιαστικός
demanding or requiring a considerable amount of effort and energy to deal with
Παραδείγματα
The marathon was a taxing experience for all the runners.
Ο μαραθώνιος ήταν μια κουραστική εμπειρία για όλους τους δρομείς.
Studying for finals can be extremely taxing on students.
Η μελέτη για τις τελικές εξετάσεις μπορεί να είναι εξαιρετικά επιπονητική για τους μαθητές.
Λεξικό Δέντρο
taxing
tax



























