Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
shabby
Παραδείγματα
He showed up to the job interview looking shabby, with wrinkled clothes and unkempt hair.
Εμφανίστηκε στη συνέντευξη εργασίας φαινόμενος ατημέλητος, με τσαλακωμένα ρούχα και ατημέλητα μαλλιά.
Despite his shabby appearance, he had a kind heart and a warm smile that brightened the room.
Παρά την κουρελιαστή του εμφάνιση, είχε μια καλή καρδιά και ένα ζεστό χαμόγελο που φώτιζε το δωμάτιο.
02
φατσαρωμένος, ξεθωριασμένος
worn-out or in poor condition, often indicating a lack of care or upkeep in its appearance
Παραδείγματα
His shabby jeans were torn at the knees and faded from years of wear.
Το φθαρμένο τζιν παντελόνι του ήταν σκισμένο στα γόνατα και ξεθώριασε από χρόνια χρήσης.
The shabby coat hung on the rack, its seams unraveling and its fabric pilled.
Το φθαρμένο παλτό κρεμόταν στο κρεμάστρα, οι ραφές του ξεχώριζαν και το ύφασμά του είχε μπαλώματα.
Παραδείγματα
The painters did a shabby job, leaving streaks on the walls.
Οι ζωγράφοι έκαναν μια κακής ποιότητας δουλειά, αφήνοντας λωρίδες στους τοίχους.
The hotel room was in shabby condition, with torn curtains and chipped furniture.
Το δωμάτιο του ξενοδοχείου ήταν σε κακή κατάσταση, με σκισμένα κουρτίνες και τραυματισμένα έπιπλα.
Παραδείγματα
Spreading rumors behind her back was a shabby thing to do.
Το να διαδίδεις φήμες πίσω από την πλάτη της ήταν εξευτελιστικό.
His shabby treatment of his colleagues left everyone feeling betrayed.
Η άδικη και χωρίς ηθική ακεραιότητα συμπεριφορά του απέναντι στους συναδέλφους του έκανε όλους να νιώθουν προδομένοι.
Λεξικό Δέντρο
shabbily
shabbiness
shabby



























