Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sforzando
01
μία έντονη χορδή, μία χορδή σφορτσάντο
an accented chord
02
σφορτσάντο
(music) a notation written above a note and indicating that it is to be played with a strong initial attack
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μία έντονη χορδή, μία χορδή σφορτσάντο
σφορτσάντο