quixotic
quix
kwɪk
κουικ
o
ˈsɑ
σα
tic
tɪk
τικ
British pronunciation
/kwɪksˈɒtɪk/

Ορισμός και σημασία του "quixotic"στα αγγλικά

01

δοντικιώτικος, ουτοπικός

(of ideas or plans) hopeful or imaginative but impractical
example
Παραδείγματα
His quixotic plan to sail solo around the world ended after two days.
Το κιχοτικό σχέδιό του να πλεύσει μόνος του γύρω από τον κόσμο τελείωσε μετά από δύο ημέρες.
She launched a quixotic campaign to ban all traffic in the city center.
Ξεκίνησε μια δονκιχοτική καμπάνια για να απαγορεύσει όλη την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης.

Λεξικό Δέντρο

quixotic
quixot
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store