Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
plentiful
Παραδείγματα
In the forest, berries were plentiful, providing food for many animals.
Στο δάσος, τα μούρα ήταν άφθονα, παρέχοντας τροφή σε πολλά ζώα.
During the sale, discounts were plentiful, attracting numerous shoppers.
Κατά την διάρκεια της έκπτωσης, οι εκπτώσεις ήταν άφθονες, προσελκύοντας πολλούς πελάτες.
Παραδείγματα
The garden was plentiful, yielding a bountiful harvest of vegetables and fruits.
Ο κήπος ήταν άφθονος, παράγοντας μια άφθονη σοδειά λαχανικών και φρούτων.
The forest is plentiful with berries and wild herbs, offering a natural bounty.
Το δάσος είναι πλούσιο σε μούρα και άγρια βότανα, προσφέροντας μια φυσική αφθονία.
Λεξικό Δέντρο
plentifully
plentifulness
plentiful
plenty



























