intricacy
int
ˈɪnt
ιντ
ri
ρα
ca
κα
cy
si
σι
British pronunciation
/ˈɪntɹɪkəsi/

Ορισμός και σημασία του "intricacy"στα αγγλικά

01

πολυπλοκότητα, λεπτομέρεια

a high degree of precision, care, and fine details in something
example
Παραδείγματα
The lace shawl had such intricacy in its floral stitch pattern.
Το δαντελένιο σάλι είχε τέτοια πολυπλοκότητα στο λουλουδιστό σχέδιο του.
Scientists were amazed by the biological machine 's molecular intricacy.
Οι επιστήμονες έμειναν έκπληκτοι από τη μοριακή πολυπλοκότητα της βιολογικής μηχανής.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store