Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
impolite
01
αγενής, αναιδής
having bad manners or behavior
Παραδείγματα
He was impolite and did n't thank the waiter for his service.
Ήταν αγενής και δεν ευχαρίστησε τον σερβιτόρο για την υπηρεσία του.
It 's impolite to make fun of people's appearances.
Είναι αγενές να κοροϊδεύεις την εμφάνιση των ανθρώπων.
Λεξικό Δέντρο
impolite
polite



























