Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Homograph
01
ομόγραφο, ομόγραφη λέξη
(grammar) one of two or more words that are spelled the same but differ in meaning
Παραδείγματα
The word lead is a homograph, as it can mean both a type of metal and to guide.
Η λέξη ομόγραφο είναι ομόγραφο, καθώς μπορεί να σημαίνει και ένα είδος μετάλλου και να οδηγεί.
Lead ( the metal ) and lead ( to guide ) are examples of a homograph.
Μόλυβδος (το μέταλλο) και οδηγώ (καθοδηγώ) είναι παραδείγματα ομογράφου.



























