Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
appallingly
01
φρικτά, συγκλονιστικά
to a degree that causes horror, shock, or deep dismay
Παραδείγματα
Many people live appallingly poor lives without basic necessities.
Πολλοί άνθρωποι ζουν τρομακτικά φτωχές ζωές χωρίς τα βασικά αγαθά.
The victims were treated appallingly during the conflict.
Τα θύματα αντιμετωπίστηκαν φρικτά κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης.
1.1
φρικτά, τρομερά
in a way that is extremely poor in quality or craftsmanship
Παραδείγματα
The movie was appallingly dull from start to finish.
Η ταινία ήταν τρομερά βαρετή από την αρχή μέχρι το τέλος.
The team played appallingly in the championship game.
Η ομάδα έπαιξε φρικτά στο παιχνίδι του πρωταθλήματος.
Λεξικό Δέντρο
appallingly
appalling
appall



























