LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Gusty
/ɡˈʌsti/
/ˈɡəsti/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "gusty"
gusty
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having strong, sudden bursts or gusts of wind
blustery
gusty
adj
gust
n
Παράδειγμα
In
gusty
conditions
,
it
's
important
to
anticipate
when
to
tack
in order to
maintain
control
and
stability
of
the
sailboat
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App