Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
fluid
Παραδείγματα
The paint was too fluid and dripped down the canvas.
Η μπογιά ήταν πολύ ρευστή και στάλαζε στον καμβά.
The soup became more fluid after adding extra broth.
Η σούπα έγινε πιο ρευστή μετά την προσθήκη επιπλέον ζωμού.
02
ρευστός, εύκαμπτος
having the ability to flow or move smoothly without interruption or obstruction
Παραδείγματα
Her fluid dance movements captivated the audience.
Οι ρευστές χορευτικές της κινήσεις γοήτευσαν το κοινό.
Her fluid movements in the dance were mesmerizing.
Οι ρευστές κινήσεις της στον χορό ήταν μαγευτικές.
Παραδείγματα
Her approach to problem-solving was fluid, adjusting with each challenge.
Η προσέγγισή της στην επίλυση προβλημάτων ήταν ευέλικτη, προσαρμόζοντας σε κάθε πρόκληση.
The project requires a fluid schedule to accommodate shifting deadlines.
Το έργο απαιτεί ένα ευέλικτο χρονοδιάγραμμα για να προσαρμοστεί σε μεταβαλλόμενες προθεσμίες.
Παραδείγματα
They keep their investments fluid to respond to market changes.
Διατηρούν τις επενδύσεις τους ρευστές για να ανταποκρίνονται στις αλλαγές της αγοράς.
She prefers fluid assets that she can access in emergencies.
Προτιμά ρειστά περιουσιακά στοιχεία στα οποία μπορεί να έχει πρόσβαση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Fluid
01
ρευστό, υγρό
a substance that flows easily and takes the shape of its container, including both liquids and gases
Παραδείγματα
Water is a common fluid essential for life.
Το νερό είναι ένα κοινό ρευστό απαραίτητο για τη ζωή.
Engineers tested the machine 's tolerance to different fluids.
Οι μηχανικοί δοκίμασαν την ανοχή της μηχανής σε διαφορετικά ρευστά.
Λεξικό Δέντρο
fluidly
fluidness
fluid



























